«ΣΑΝ ΨΙΘΥΡΟΣ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΟ» της Μαριάννας Τσαντίλη.

ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΤΣΑΝΤΙΛΗ

Γεννήθηκε στην Αθήνα και από τριών ετών διαμένει στα Βριλήσσια. Σπούδασε Ιστορία της Τέχνης, Ζωγραφική και Commercial Art στη Washington School of Arts και Αρχαιολογία στο πανεπιστήμιο της Washington D.C. Έχει κάνει εκθέσεις ζωγραφικής στην Αμερική, Ιαπωνία, Σιγκαπούρη και στις αραβικές χώρες. Υπήρξε για ένα διάστημα υπάλληλος του ΥΠΕΞ και εργάστηκε σε ελληνικές πρεσβείες στο εξωτερικό. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα μετά από είκοσι πέντε έτη, ασχολήθηκε με το συγγραφικό της έργο. Βραβεύθηκε από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών, την Φιλολογική Στέγη Πειραιώς, τον Πειραϊκό Σύνδεσμο, τον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Γραμμάτων & Τεχνών, την Έκκληση της Ακρόπολης και το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, την Κεντρική Βιβλιοθήκη Χαλκίδας, την Εταιρεία Γραμμάτων και Τεχνών Πειραιά, την Πνευματική Εστία Μοσχάτου, τον Όμιλο Κλασσικού Αθλητισμού "Η Ολυμπιάς" και από το Premio Internationale di Poesia  Ιταλίας για ποίηση, διήγημα και νουβέλα. Έλαβε τιμητικό δίπλωμα από τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο για την προσφορά της ως αιμοδότρια. Από τις εκδόσεις Καστανιώτη κυκλοφορεί το μυθιστόρημά της  "Σαν ψίθυρος στην έρημο". Φοίτησε στον Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας, Εργαστήριο Πειραματικής Παιδαγωγικής για Δημιουργική Γραφή, Διόρθωση κι Επιμέλεια Κειμένων, στο ΕΚΕΒΙ για συγγραφή Διηγήματος-Μυθιστορήματος και στην Σχολή Πετρά για Συντήρηση Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης. Γνωρίζει Αγγλικά, γαλλικά, Ιταλικά και Αραβικά.

psithiros sthn ammo

ISBN 978-960-03-5811-7,  σελ. 520,  ΕΚΔ. ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ  2014

ΣΑΝ ΨΙΘΥΡΟΣ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΟ

Απόσπασμα: Η έρημος της περιοχής δεν έμοιαζε καθόλου με αυτό που έχουν συνήθως στο μυαλό τους όσοι κοιτούν φωτογραφίες άλλων ερήμων, κυρίως της Σαχάρας. Ίσως στην ενδοχώρα ή σε κάποια απομακρυσμένα τμήματα να είχε ορισμένες ομοιότητες, γενικά όμως, γύρω από την πόλη και ανάμεσα στα χωριά ήταν πολύ διαφορετική. Φυσικά, ήταν ακατοίκητη, αλλά, παρόλο που έμοιαζε με ένα απέραντο χωράφι, ακαλλιέργητο, αδιάφορο και νεκρό από ζωή, την άνοιξη, τελείως απρόσμενα, μετά από τις βροχές του χειμώνα, γέμιζε με χαμηλής βλάστησης άγρια φυτά, πολλά από τα οποία είχαν και μικροσκοπικά άνθη, χάρη στους σπόρους που οι άνεμοι έφερναν απ’ τα γειτονικά, πιο γόνιμα εδάφη των άλλων κρατών. Ανάμεσα στα λουλούδια ξεχώριζαν μαβιές ίριδες και άσπροι, κίτρινοι και μοβ κρόκοι. Όταν ο ήλιος έγερνε προς τη δύση και το φως λιγόστευε, οι σκιές μάκραιναν σαν τις αναμονές και η άμμος έπαιρνε ένα απαλό χρυσαφί χρώμα. Τότε, ξαφνικά, βαφόταν και ο ουρανός μ’ ένα απίστευτα έντονο κόκκινο, λες και κάποιο λιβάδι γεμάτο παπαρούνες είχε μεταφερθεί εκεί ψηλά, και μετά άλλαζε αργά αργά, δίνοντας τη θέση του σ’ ένα μαγευτικό μενεξεδί. Η πιο σαγηνευτική ώρα της ημέρας, γεμάτη μυστήριο, χρώματα και σιωπές. Σιγά σιγά, καθώς έπεφτε το σκοτάδι, δεν ήταν εύκολο πλέον να διακρίνεις την έρημο, αλλά μπορούσες, αν ξάπλωνες επάνω της, να την αισθανθείς ζεστή ακόμα κάτω από το σώμα σου να πάλλεται. Την ίδια στιγμή, χιλιάδες περίεργοι ήχοι, που δεν μπορούσες να διαπιστώσεις από πού έρχονταν, σε κύκλωναν –σαν μια χθόνια φωνή να σου διηγιόταν την ιστορία της– κι έμενες έτσι ακίνητος, παραδομένος στη μαγεία της, να παρατηρείς τον έναστρο ουρανό και να γεμίζεις την ανάσα σου με τις περίεργες μυρωδιές που ο άνεμος μετέφερε. Πολύ συχνά, όταν ο καιρός το επέτρεπε, μπορούσες να δεις παρέες να κάνουν πικνίκ στην έρημο, απολαμβάνοντας τον καθαρό αέρα, την ηρεμία της φύσης, την ησυχία και την απλωσιά του τοπίου. Τον Φεβρουάριο, όταν τα σχολεία κλείνουν για διακοπές δεκαπέντε ημερών στο μέσο της σχολικής χρονιάς, η έρημος γεμίζει με σκηνές, που οι οικογένειες συνηθίζουν να στήνουν για να περάσουν λίγες ημέρες εκεί, κοντά στη φύση και μακριά από το θόρυβο της πόλης, τιμώντας τις ρίζες τους. Το να επιστρέψουν για λίγο στην έρημο είναι μια γιορτή για όλους τους Άραβες και μια εκπληκτική, μυσταγωγική κι ανεπανάληπτη εμπειρία για τους ξένους. Λάτρευα την έρημο! Ένιωθα ότι έχει κάτι το μυστηριώδες κι αδιευκρίνιστο, που έμοιαζε να επαναλαμβάνεται συνεχώς χωρίς σταματημό, αλλά και που σε κάθε σημείο της μου αποκαλυπτόταν διαφορετικό. Με πρόσωπο άλλοτε ανεξιχνίαστο και άγριο κι άλλοτε τόσο οικείο και γοητευτικό, που με κατέπλησσε και με γοήτευε. Στην έρημο η σιωπή της φύσης ήταν αλλιώτικη, γεμάτη υποσχέσεις. Είχα την εντύπωση ότι μια μυστική φωνή που έβγαινε από τα σπλάχνα της με καλούσε να πάω κοντά της, σαν να υπήρχε βαθιά μέσα της κάτι περίεργο που με ωθούσε να το ψάξω και να το ανακαλύψω, για να αγγίξω την ουσία της ζωής. Πηγαίνοντας στην έρημο, ποτέ δεν ξεκινάς με τη σκέψη «πάω να περπατήσω ή πάω να κάνω βόλτα». Στην έρημο πας συνειδητά, γνωρίζοντας εκ των προτέρων τι θα βρεις, τι θα μπορέσεις να αποκομίσεις και τι θα αφήσεις πίσω σου. Λες «πάω στην έρημο» σαν να εννοείς «πάω να βρω τον εαυτό μου». Να σμίξω τη δική μου ερημιά με τη δική της, για να νιώσω ξανά γεμάτος. Γεμάτος από απεραντοσύνη, αγνότητα, εσώτερη σιωπή και συγκατάβαση. Πάω να στοχαστώ. Να ταυτιστώ με το εγώ μου. Να γίνω ένα με αυτό που είμαι και που μακριά της δεν το διακρίνω. Να καταλάβω τη φύση μου χωρίς τον περιβάλλοντα χώρο, που καθημερινά μου τη στερεί. Να αγγίξω την ψυχή μου και να αφεθώ να τη χορτάσω ανενόχλητος, χωρίς τίποτα ή κανείς να μου την κλέψει. Με τις αισθήσεις σε εγρήγορση και το κορμί παραδομένο στα στοιχεία της φύσης, ανάμεσα σε γη και ουρανό. Τον άνεμο αόρατο, φερμένο από μακριά, γεμάτο αρώματα να με κυκλώνει, τον ήλιο ζωογόνο να μου δίνει ενέργεια, την υγρασία να ξυπνά όλα μου τα κύτταρα και τα χιλιάδες αστέρια της νύχτας, λαμπερά, πεντακάθαρα και τόσο κοντινά που μπορώ ν’ απλώσω το χέρι και να τα πιάσω, να με ραίνουν με τη μαγεία τους. Την πρώτη φορά που θα την αντικρίσεις, θα νιώσεις την ψυχή σου να γεμίζει με άπειρα συναισθήματα, μετά θα αφεθείς στη γοητεία της, θα της δοθείς ανεπιφύλακτα, θα κλάψεις, θα γελάσεις και θα ονειρευτείς στην αγκαλιά της, και στο τέλος θα την ερωτευτείς τόσο πολύ, που θα τη νιώθεις μέσα σου και θα την αναζητάς, όπως κάποια που αγάπησες βαθιά και η ανάμνησή της πάντα θα στοιχειώνει τα όνειρά σου. Βεδουίνοι, σκηνές και αμμοθύελλες. Φλογισμένες έναστρες νύχτες. Παγωμένοι και υγροί νοτιάδες. Φωτιά και ρίγος. Μοναξιά και ηρεμία. Υπομονή και αποδοχή. Εσωστρέφεια και αυτογνωσία. Ήλιος Θεός. Ήλιος δολοφόνος. Και παντού χρώματα ζεστά, λαμπερά, ζωογόνα.

marianna tsnatilh